Το «Εφιαλτικό
όνειρο» αποτελεί διήγημα των νεανικών χρόνων του Gustave Flaubert [Ρουέν,
Γαλλία, 1821-1880]. Είναι ένα έργο της πρώιμης ηλικίας του. Εντυπωσιακό
είναι το γεγονός ότι μόλις στα 16 του έγραφε με τόσο λυρισμό και γλαφυρότητα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μάλιστα, μπορεί κανείς να πει ότι ήδη διακρίνονται και κάποιες από τις δημιουργικές τάσεις του συγγραφέα (για παράδειγμα η υπερβολή).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μάλιστα, μπορεί κανείς να πει ότι ήδη διακρίνονται και κάποιες από τις δημιουργικές τάσεις του συγγραφέα (για παράδειγμα η υπερβολή).
Είναι προφανές
από το συνολικό έργο του ότι, αν και ήταν πάντοτε αφοσιωμένος στον ρεαλισμό, ο Flaubert ποτέ δεν μπόρεσε ν' απελευθερωθεί πραγματικά από τις επιρροές του ρομαντισμού που
γνώρισε στη συγκεκριμένη ηλικία (έστω και μέσω του αντι-ρομαντισμού που παρουσιάζεται
στο έργο του «Madame Bovary»). Ο αναγνώστης, μάλιστα, μπορεί να ξεχωρίζει στοιχεία
γραφής που αργότερα δημιούργησαν και χαρακτήρισαν το ύφος και την τεχνική της
ωριμότητας του συγγραφέα.
Ένα «όνειρο» που περιέχει πολλά μεταφυσικά και
θεολογικά στοιχεία:
Ο Σατανάς μαθαίνει
ότι υπάρχει κάποιος (Αρθούρος), ανάμεσα στους ανθρώπους, που είναι διαφορετικός
από τους άλλους και ζει σχεδόν σαν άψυχο πνεύμα*. Το βάζει, λοιπόν, πείσμα να
αποδείξει ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρχει τέτοιο πλάσμα και ότι δεν είναι παρά
ένας ατελής άνθρωπος, σαν τους άλλους, που τρέφει αυταπάτες.
Ο Αρθούρος, όμως,
είναι ένας έκπτωτος άγγελος, καταδικασμένος να ζει μεταξύ δύο κόσμων, χωρίς να
βρίσκει χαρά σε τίποτα γήινο. Έτσι, βάζουν στοίχημα μεταξύ τους την ψυχή του
Αρθούρου. Ο Σατανάς επιμένει ότι δεν είναι δυνατόν να μην πέσει κάποιος στον μεγαλύτερο
πειρασμό, στην παγίδα του έρωτα. Για να το πετύχει αυτό χρησιμοποιεί την Ιουλιέτα,
που θα αγαπήσει τον Αρθούρο με τον πιο αγνό κι όμορφο έρωτα.
Τότε η ιστορία
γίνεται πιο δυνατή και η δυστυχία μοιράζεται μεταξύ της κοπέλας, που γίνεται το
παιχνίδι των ανώτερων δυνάμεων και αρχίζει να τρελαίνεται από τον σατανικό
έρωτα που τη διακατέχει**, και του Αρθούρου, που δεν σκιρτά καθόλου, ακόμη κι
όταν βλέπει από κοντά τον θλιβερό και αργό θάνατο της κοπέλας από έρωτα, ακόμη
κι όταν εκείνη τον αγκαλιάζει και τον παρακαλά για λύτρωση μέσω της ανταπόκρισής
του.
* «…ένα αγνό,
ατόφιο πνεύμα, ψυχρό και τέλειο… αλλά το αίμα δεν έβραζε μέσα στις φλέβες του,
κατανοούσε δίχως να αισθάνεται, είχε χέρια άσκεπτα, μάτια απαθή, καρδιά στεγνή
από αγάπη.»
** «Κι έτρεξε
πίσω του, κρεμάστηκε από τα ρούχα του, και κάτι ψέλλισε μέσα απ’ τους λυγμούς της.
Η καρδιά της χτύπαγε με βία, έκλαιγε από έρωτα και λύσσα. Είχε τόσο πάθος στη
φωνή της, στα δάκρυά της, στο στήθος της που βαριανάσαινε, υπήρχε τόσο πάθος
στο αδύναμο κι αιθέριο αυτό πλάσμα, που σέρνονταν με τα γόνατα στο χώμα.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου