Το κρύο διαπερνούσε το καλά μονωμένο δωμάτιό της που κατά τα άλλα είχε υψηλή θέρμανση. Τρύπωνε από τη σχισμή κάτω από την κλειστή πόρτα, από τα τζάμια του παραθύρου, ακόμη και από το πάτωμα. Η μοκέτα ήταν ξηλωμένη σε κάποια σημεία και αυτά αποτελούσαν μια επιπλέον πηγή παγωνιάς.
Είδε πάλι ότι ένα ζευγάρι μάτια την κοιτούσε από το παράθυρο. Τα μάτια ήταν επίμονα καρφωμένα πάνω της. Εκείνη πάντα στα όνειρά της είχε την επιθετικότητα που της έλειπε στη ζωή. Έτσι η μόνιμη αντίδρασή της στο όνειρο αυτό, όταν έβλεπε τα μάτια να την κοιτάζουν, ήταν να ψάχνει στα τυφλά και με ανεπαίσθητες κινήσεις (για να μην την πάρει είδηση κάποιο μάτι και φύγει τρέχοντας) ένα μαχαίρι που έκρυβε δίπλα στο μαξιλάρι της με στόχο να τρέξει και τα καρφώσει πριν προλάβουν να φύγουν. Γιατί ήταν σίγουρο ότι θα επέστρεφαν και ήθελε επειγόντως να τα ξεφορτωθεί. Δυο μαύρα μάτια που έμοιαζαν με τις μαύρες τρύπες που έβλεπε στα βιβλία τής Φυσικής όταν πήγαινε σχολείο. Δυο μαύρα μάτια που ήθελαν να τη ρουφήξουν, να την κατασπαράξουν.
Όταν ξυπνούσε από αυτόν τον εφιάλτη είχε πάντα το ίδιο συναίσθημα. Ένιωθε έναν πόνο στο πρόσωπό της, ένιωθε την καρδιά της να χτυπάει σαν τρελή. Σηκώνονταν μες στο σκοτάδι του δωματίου και περπατούσε σκουντουφλώντας εδώ κι εκεί για να ξεχάσει αυτά τα μάτια που τη στοίχειωναν.
Αυτή τη φορά όμως το συναίσθημα ήταν χειρότερο. Ό,τι κι αν σκεφτόταν για να ξεχαστεί, το μυαλό της επέστρεφε στον εφιάλτη. Ήταν τόσο επίπονο που άρχισε να ουρλιάζει μες στη ζάλη της: «ΣΤΑΜΑΤΑ ΝΑ ΤΑ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ, ΓΑΜΩΤΟ». Ανάσαινε όλο και πιο γρήγορα. Οι κινήσεις της πρόδιδαν νευρικότητα και το σώμα της κλονίζονταν όσο περνούσε η ώρα. Η σκέψη δεν υποχωρούσε. Ένιωθε το οξυγόνο και τα μάτια να κατακλύζουν το μυαλό της. Ήταν έτοιμη να λιποθυμήσει. Οι αισθήσεις της χάνονταν… Γονάτισε στο πάτωμα και έγειρε να ξεκουράσει το σώμα της.
Βρίσκονταν σε ένα επίπεδο όπου δεν μπορούσε να κουνηθεί. Η προηγούμενη υπερδιέγερση την είχε εξουθενώσει. Τα αυτιά της βούιζαν και όλοι οι ήχοι τής ακούγονταν διπλοί, σαν μια ηχώ που έρχονταν από τα βάθη του πηγαδιού:
- -- Τατιάνα;;; Μας ακούς;
- -- Πάλι έπαθε κρίση πανικού, δεν μας ακούει. Κατάλαβες τι φώναζε;
- -- Έλεγε «σταμάτα να σκέφτεσαι τα μάτια», ρε φίλε... Και κοίτα, έβγαλε και τα προστατευτικά γάντια…
- -- Τι να κάνουμε, ρε συ; Ξανάνοιξαν οι πληγές της. Κάθε μέρα τής κόβουμε τα νύχια αλλά τίποτα δε βοηθάει.
- -- Είναι μες στα αίματα το πρόσωπό της. Δες τις σχισμές των ματιών της, σχεδόν ξήλωσε τα ράμματα! Φέρε ιώδιο και γάζες.
20 Δεκεμβρίου 2013, 14:13(τεχνητή είδηση για χάρη της ιστορίας)
Στο νοσοκομείο η κόρη της Ηλιοπούλου
Στο νοσοκομείο «Άγιος Δημήτριος» μεταφέρθηκε αιμόφυρτη στις πέντε τα ξημερώματα η Τατιάνα Καζακίδου. Το 20χρονο κορίτσι, φοιτήτρια της Γερμανικής Φιλολογίας του Α.Π.Θ., είναι κόρη της Αλεξάνδρας Ηλιοπούλου η οποία πρόσφατα καταδικάστηκε για ασέλγεια εις βάρος κοριτσιών ηλικίας 8-14 ετών στον Άγιο Κήρυκο Ικαρίας.
Η 20χρονη τραυμάτισε το πρόσωπό της με τα ίδια της τα χέρια πετυχαίνοντας αυτό που για μέρες είχε κατά νου, όπως είπε στους γιατρούς που ανέλαβαν να σταθεροποιήσουν τη σωματική και ψυχολογική της κατάσταση. «Έβγαλε τα μάτια της ‘για να μην την κοιτάζουν κάθε πρωί στον καθρέφτη οι μαύρες τρύπες που είχε κληρονομήσει από το καταραμένο γονίδιο της μάνας της’, όπως μου είπε αυτολεξεί η Τατιάνα», δήλωσε στην «Υ» ο ψυχολόγος του νοσοκομείου, κύριος Τάδε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου